Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πούλα μας παραμύθι


Μετά τα εφτά χρόνια, τα παραμύθια και το σοκολατούχο γάλα αποδεικνύονται δύο πολύ επικίνδυνα σπορ. Πολύ περισσότερο όταν τα πρώτα συνοδεύονται από πολιτικοθρησκευτική λογοδιάρροια και το δεύτερο από μπουγάτσα με κρέμα! Όσοι όμως από μας παραμένουμε αδιόρθωτοι, προσπαθούμε τουλάχιστον να αφηνόμαστε να παρασυρθούμε από σοβαρά παραμύθια, υπάρχουν, ναι. Για τους άλλους με το σοκολατούχο δεν υπάρχει θεραπεία. Παρεμπιπτόντως, τη Λόλα απ' τους Γκλούτον ποιος θα σώσει;

Το σοβαρότερο παραμύθι που γέννησε ποτέ η λογοτεχνία είναι, αναμφίβολα, «Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ» (δεν πρόκειται να πω ποτέ «Γκάλιβερ», συγχωρέστε με) του Τζόναθαν Σουίφτ. Υπάρχουν φυσικά και άλλα: «Η Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων», «Ο Μικρός Πρίγκιπας», κάποιες ιστορίες του Καλβίνο κλπ (επιλογές πάντα προσαρμοσμένες στα γούστα του καθενός). Δεν υπάρχει κλασική συνταγή για να γράψεις ένα παραμύθι – μια αφέλεια στην γραφή, μια έκρηξη φαντασίας, κ.α. – δεν αρκούν (ίσως) για να φτιάξουν ένα παραμύθι, τουλάχιστον αυτά που περιέχουν την θεϊκή πνοή. Μεγάλοι συγγραφείς έχουν γράψει βιβλία για παιδιά, όπως ο Φώκνερ ή ο Τζόυς. Ή ο Ιούλιος Βερν που έγραψε εκτεταμένες περιπέτειες για παιδιά. Όμως εντελώς αυθαίρετα και δίχως δυνατότητα περαιτέρω εξήγησης, δεν μπορώ να τα θεωρήσω μέσα μου, εφάμιλλα του Γκιούλιβερ ή της Αλίκης. Τα τελευταία κρύβουν μια μυστηριακή δύναμη, ένα ελιξήριο νεότητας, σε μετατρέπουν ξανά σε παιδί, βιώνεις την ηλικιακή οπισθοδρόμηση σελίδα τη σελίδα – δεν είναι βιβλία για παιδιά που διαβάζονται και από ενήλικες, αλλά είναι ξεκάθαρα βιβλία για ενήλικες που τυχαίνει να διαβάζονται και από παιδιά.



Στην ίδια κατηγορία ανήκει και το βιβλίο του Τζέημς Στήβενς, Το χρυσό λαγήνι. Έχετε άγνωστες λέξεις; Και εγώ! Λαγήνι=σταμνί. Τι, έχετε και άλλες; Α, ο Τζέημς Στήβενς! Είναι Ιρλανδός συγγραφέας, σύγχρονος του Τζόυς: ο μεγάλος μου αντίπαλος... η πιο πρόσφατη μεγαλοφυία της Ιρλανδίας... έλεγε ο ίδιος ο Τζόυς – φυσικά εκείνος παρέμενε η μεγαλύτερη μεγαλοφυία, είπαμε γενναιόδωρος αλλά μην το παρακάνουμε κιόλας! Η εκτίμηση του Τζόυς προς το πρόσωπό του έφτασε ως το σημείο να τον χρίσει συνεχιστή της Αγρύπνιας των Φίννεγκαν αν εκείνος δεν μπορούσε, λόγω τύφλωσης ή θανάτου, να τελειώσει το βιβλίο. Ένα άλλο στοιχείο που θεωρούσε τυχερό σημάδι ο γεμάτος προκαταλήψεις Τζόυς, ήταν ότι είχε γεννηθεί ακριβώς την ίδια μέρα και ώρα με εκείνον, 2 Φεβρουαρίου, μια σημαντική (και τυχερή για κείνον) ημερομηνία καθώς εκείνη την ημερομηνία είχε εκδοθεί και ο Οδυσσέας του. Το γεγονός ότι σήμερα είναι 2 Φεβρουαρίου και γράφονται όλα αυτά είναι κάτι εντελώς τυχαίο και απροσχεδίαστο, εντούτοις διασκεδαστικό.

Συνεχιστής της Αγρύπνιας; Καλό κουμάσι και του λόγου του, θα σκεφτείτε. Όμως δεν είναι έτσι, τουλάχιστον εδώ στο δεύτερο βιβλίο του, ένα γοητευτικό παραμύθι στην παράδοση του Σουίφτ. Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ είναι (όχι μόνο αυτό, αλλά κυρίως αυτό) μια εξαιρετική πολιτική σάτιρα που ανατροφοδοτείται ανά τους αιώνες. Στο Χρυσό λαγήνι, τα όρια είναι πιο εκτεταμένα και πιο ασαφή, πρωταγωνιστούν η Σκέψη, ο Έρωτας, ο Πόθος, η Ομορφια, η Αγάπη, η Χαρά, η Ευτυχία... όλοι τους με κεφαλαία, και με τις φιλοσοφικές προεκτάσεις των εννοιών να παίζουν χαριτωμένα με τις ανάλαφρες περιπέτειες του βιβλίου. Όπως σημειώνει ο Ουόλτερ ντε Λα Μαρ στην εισαγωγή του, είναι ένας ύμνος στην Παραδοξολογία... και εξίσου δύσκολο και ανώφελο όσο και το να εξηγήσει κανείς την Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων.


«Σκεφτόσουν τίποτα;»
«Όχι, ούτε σκεφτόμουν ούτε έκανα τίποτα.»
«Και γιατί τα έκανες όλα αυτά;» ρώτησε ο Φιλόσοφος.
«Α, έτσι, χωρίς λόγο.»
«Αυτή», είπε ο Φιλόσοφος θριαμβευτικά, «είναι η διαφορά ανάμεσα στα νιάτα και τα γεράματα. Τα παιδιά κάνουν πολλά πράγματα χωρίς λόγο, ενώ οι γέροι αυτό δεν το κάνουν. Και τώρα αναρωτιέμαι μήπως γερνάμε επειδή ό,τι κάνουμε το κάνουμε γιατί υπάρχει λόγος κι όχι από εσωτερική παρόρμηση.»

Ο Τζέημς Στήβενς επιστρατεύει πολλούς θεούς και ήρωες της ιρλανδικής μυθολογίας (μερικά ονόματα μού ήταν ήδη γνωστά από τις αναφορές του Τζόυς σε αυτά, όπως ο Φιν Μακ Κουλ, η θεά Ντάνα, ο Μαναάν, κ.α.), στρατιές ξωτικών, τον τραγόμορφο και ερωτικό θεό Παν και ό,τι άλλο μπορεί να σκεφτεί, με σκοπό να σε κάνει να νιώσεις ξανά παιδί. Ένα τέτοιο βιβλίο μπορείς βέβαια να το διαβάσεις, βασιζόμενος μόνο στο πνεύμα της παραδοξολογίας που αποπνέει, ωστόσο θα ήταν ωραίο αν υπήρχαν κάποιες σημειώσεις (υπάρχουν μόνο μια χούφτα φειδωλές επεξηγήσεις των ονομάτων) για τις θεότητες και σε τι  αποσκοπούσε ο συγγραφέας φέρνοντάς τες στο προσκήνιο (αν αποσκοπούσε σε κάτι) – ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, ας πούμε.

Το καθήκον της ζωής είναι η θυσία του εαυτού, είναι η απάρνηση του μικρού εγώ έτσι ώστε το μεγάλο εγώ να ελευθερωθεί. Και γνωρίζοντας όλα αυτά τα πράγματα, η Κεήτιλιν ανακάλυψε επιτέλους ότι ήξερε πως η Ευτυχία δεν είναι παρά η θεϊκή δυσαρέσκεια, η οποία δεν βρίσκει ησυχία ούτε ανάπαυση ώσπου να φτάσει στον τελικό σκοπό της· και στη γνώση του ώριμου ανθρώπου να προστεθεί η ευτυχία του παιδιού

Με χαροποιεί ιδιατέρως κάθε φορά που μικροί και «άσημοι» εκδοτικοί οίκοι όπως οι εκδόσεις Κανάκη, επιχειρούν να εκδώσουν τόσο σημαντικά βιβλία, στηριζόμενοι σε έναν έμπειρο μεταφραστή που θα αναδείξει περαιτέρω την εκδοτική προσπάθεια. Ο Κώστας Κουντούρης έχει αποδείξει την αξία του με τις μεταφράσεις που έχει κάνει στο «Κουτσό» του Κορτάσαρ και στον «Φρικτό κυκεώνα στην οδό Μερουλάνα» του Γκάντα – και εδώ, επιβεβαιώνεται περίτρανα. Η μετάφρασή του είναι άψογη. Σε ένα σημείο όμως, παρατηρείται το εξής «ψεγάδι»: (...) ακατανίκητη την ανάγκη να μιλήσει, γιατί αλλιώς θα τον (αλλαγή σελίδας) ερέβους. Ένα λαθάκι ήσσονος σημασίας, λείπει εκ παραδρομής μια φρασούλα που μπορούμε να αναπαράγουμε με σχετική ακρίβεια. Οι μικροαμφιβολίες όμως που υπεισέρχονται σχετικά με την ορθότητα και πιστότητά της, κάνουν την αλλόκοτη ιστορία του βιβλίου να μοιάζει πιο προσωπική, σαν μια διαδραστική σχέση μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη!

Χρησιμοποιώντας μια χαρακτηριστική και διασκεδαστική επωδό, που λέει συνεχώς ο Φιλόσοφος, σε όσους προσπαθούν να τον αποσπάσουν με πεζά θέματα της πραγματικότητας, από  τις υψιπετείς σκέψεις του, θα ρωτήσω:

- Κατάλαβες τελικά τίποτα από το βιβλίο;
- Μπα, όχι, καθόλου!

Όμως, κατά έναν παράδοξο τρόπο, μόλις κλείσεις το βιβλίο, θα έχεις καταλάβει.

Υ.Γ. 2666   Οι εικόνες της ανάρτησης προέρχονται από εικονογράφηση του βιβλίου από τον Thomas Mackenzie

Σχόλια

  1. Ανώνυμος2.2.17

    Πολύ ωραία η παρουσίαση σου και χτυπάω το κεφάλι μου που δεν το πήρα αμέσως μόλις μου είπες ότι εμφανίστηκαν αντίτυπα στην Πολιτεία. Ώρες ώρες με πιάνει μια αναβλητικότητα άλλο πράγμα! Ευτυχώς που θα μου το στείλεις :p
    Ε.Γ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Θα σου στείλω μια κούτα σοκολατούχο, εξαιρετικά αφιερωμένη! :p Ποιος διαβάζει παραμύθια πια;

      Πάντως, πέρα από την πλάκα, είσαι εντελώς αδικαιολόγητη. Τέτοια σύνδεση με τον Τζόυς, είχα ποστάρει και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο αυτί του βιβλίου και τίποτα εσύ. Κανονικά, ούτε σοκολατούχο πρέπει να στείλω.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!