Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (2 π.μ.)

 
Σχεδόν κάθε κεφάλαιο του Οδυσσέα έχει μια δική του ιδιάζουσα τεχνική που αξίζει να μελετηθεί και να αναλυθεί. Ξεχώρισα χονδρικά δύο είδη τεχνικής που με εντυπωσίασαν βαθιά. Το πρώτο είναι όταν η γλώσσα υποβόσκει κάτω από την επιφάνεια όλου του κεφαλαίου και γίνεται αντιληπτή από τον αναγνώστη μόνο ανεπαίσθητα, συνωμοτικά – τέτοια κεφάλαια είναι οι Σειρήνες (με την μουσικότητά τους), τα Βόδια του Ήλιου (με την προϊούσα διάλυση και αναδιάταξη της γλώσσας), ο Εύμαιος (με την νυσταλέα γλώσσα του). Το άλλο είδος περιλαμβάνει κεφάλαια που χρησιμοποιούν την γλώσσα ως εξωτερικό δομικό υλικό, κάτι που χτυπάει αμέσα στο μάτι, μια ωραία πρόσοψη – παραδείγματα αυτού του είδους είναι ο Αίολος (που είναι γραμμένος με τον τρόπο και την ρητορική που θα ήταν γραμμένη και μια εφημερίδα) και η Ιθάκη (που είναι γραμμένη... αλλά μην βιάζεστε, θα τα πούμε παρακάτω). Δεν ξέρω κατά πόσο εκφράζω ορθά αυτή την διάκριση, στο μυαλό μου είναι σαφώς πιο ξεκάθαρη. Και τα υπόλοιπα κεφάλαια έχουν πάμπολλες ιδιαιτερότητες και εκπλήξεις που δεν περνούν απαρατήρητες, αλλά αυτές οι δύο «κατηγορίες» με εξέπληξαν περισσότερο.
 
Η Ιθάκη, λοιπόν, είναι ένα κεφάλαιο γραμμένο με επιστημονική ακρίβεια (όχι μόνο με την μεταφορική έννοια αλλά και με την κυριολεκτική). Και όπου υπάρχει επιστήμη απουσιάζει το συναίσθημα! Μοιάζει να αποτελεί ένα διάλειμμα ανάμεσα στον συναισθηματισμό του Εύμαιου και την συναισθηματική έκρηξη της Πηνελόπης. Είναι όλο γραμμένο σε στυλ ερωταπαντήσεων, σαν να πρόκειται για τα λήμματα μιας εκλαϊκευμένης επιστημονικής εγκυκλοπαίδειας ή ενός σχολικού εγχειριδίου φυσικής. Τα γεγονότα παρουσιάζονται με την ψυχρή ματιά ενός αστυνομικού ερευνητή που μελετά την σκηνή ενός εγκλήματος και στοχάζεται πάνω στα υποτιθέμενα κίνητρα του δολοφόνου.
 
Ο Μπλουμ και ο Στέφανος βρίσκονται στο σπίτι της οδού Εκκλς 7 και συζητούν για διάφορα θέματα, μια συζήτηση που ξεκίνησαν μετά την αποχώρησή τους από το καπηλειό.
 
Ποια ήταν η ακουστική αίσθηση του Στέφανου;

Άκουσε σε μια εμβριθή αρχαία ανδρική άγνωστη μελωδία τη συσσώρευση του παρελθόντος.
 
Ποια ήταν του Μπλουμ η οπτική αίσθηση; 
 
 Αυτός είδε σε μια έξυπνη νεαρή ανδρική οικεία μορφή το πεπρωμένο του μέλλοντος.
 
 
Το παραπάνω απόσπασμα συνοψίζει όλη την σχέση μεταξύ Μπλουμ και Στέφανου, όλες τις ανομοιότητες του χαρακτήρα τους, αλλά και εκείνες τις καλά κρυμμένες ομοιότητες. Είναι η τελευταία φορά που συναντάμε τον Στέφανο, ετοιμαζόμαστε να τον αποχαιρετήσουμε και ο Τζόυς μας επιφυλάσσει μια θεαματική έξοδό του. Αφού αρνηθεί την πρόταση του Μπλουμ να κοιμηθεί στο σπίτι του, βγαίνουν για λίγο στην πίσω αυλή για να θαυμάσουν τον έναστρο ουρανό (Το ουρανόδεντρο των άστρων κρεμόταν με υγρό νυχτογάλαζο φρούτο), και με πρόταση του Στέφανου ο ένας μετά τον άλλον αρχίζουν να κατουρούν ατενίζοντας τα άστρα. Ο επιστημονικός λόγος του Τζόυς, δεν ξεχνά να μας δώσει και την λεπτομερή τροχιά των ουρήσεών τους!
 
Και μόνο οι ερωτήσεις των ερωταπαντήσεων μπορούν να αποτελέσουν μία επαρκή περίληψη του κεφαλαίου. Αν τις διαβάσεις μεμονωμένα, αυτές τις ποιητικές διατυπώσεις, μπαίνεις στο πειρασμό να δώσεις και δικές σου απαντήσεις, κάτι με το οποίο ίσως συμφωνούσε και ο ίδιος ο Τζόυς. Ανακάλυψε ο Μπλουμ κοινούς παράγοντες ομοιότητας μεταξύ των ανιστοίχων ομοίων και ανομοίων αντιδράσεών τους στην εμπειρία; Γιατί η απουσία φωτός τον ενοχλούσε λιγότερο από την παρουσία θορύβου; Γιατί μπορούσε αυτός τότε να ανέχεται αυτό το χάσιμο χρόνου του με τη μεγαλύτερη αταραξία; Ποιο παράδειγμα επικαλέστηκε για να πείσει τον Στέφανο ότι η πρωτοτυπία, αν και μπορεί να αποφέρει ανταμοιβή αφ' εαυτήν, δεν συντείνει πάντοτε στην επιτυχία; Πώς είχε αυτός προσπαθήσει να θεραπεύσει αυτή την κατάσταση συγκριτικής άγνοιας; Γιατί απέφευγε την εικοτολογία; Τι ανακούφισε την παρανόησή του; Για ποιο πλάσμα η πόρτα εξόδου ήταν πόρτα εισόδου; Ποιες ειδικές συγγένειες του φαινόταν ότι υπήρχαν μεταξύ της σελήνης και της γυναίκας; Για ποιο λόγο αυτός σκεφτόταν σχέδια τόσο δύσκολα να πραγματοποιηθούν; Με ποιες σκέψεις αυτός, ένας συνειδητός αντιδρών εναντίον του κενού της αβεβαιότητας, αιτιολόγησε στον εαυτό του τα συναισθήματά του;
 
Στο κεφάλαιο Άδης, είχα εντοπίσει θυμάμαι μια αναφορά του Τζόυς που μου είχε φανεί πολύ παράταιρη και είχα υποψιαστεί ότι δύσκολα θα ξανακάνει εμφάνιση ανάλογη σκέψη στο υπόλοιπο κείμενο. Ο Μπλουμ τότε είχε αναρωτηθεί, γιατί δεν βρίσκουν κάποιον αυτοματισμό για να αντικαταστήσουν έναν χειροκίνητο χειρισμό στις γραμμές του τραμ. Στην «επιστημονική» Ιθάκη, αρκετές σελίδες μετά, ο Μπλουμ αφού πρώτα κάνει διαμοιρασμό ιδιοσυγκρασιών (Ποιες δύο διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες αντιπροσώπευαν αυτοί; Την επιστημονική. Την καλλιτεχνική), αποκαλύπτει την επιστημονική του κλίση, κυρίως προς την εφαρμοσμένη επιστήμη:
 
Ποιες αποδείξεις επικαλέστηκε ο Μπλουμ για να αποδείξει πως η τάση του ήταν μάλλον προς την εφαρμοσμένη, παρά τη θεωρητική, επιστήμη; 
 
Ορισμένες πιθανές εφευρέσεις τις οποίες στοχάστηκε όταν ήταν ξαπλωμένος σε μια κατάσταση ύπτιας πλησμονής για να βοηθήσει την πέψη, παρακινημένος από την εκτίμησή του για τη σπουδαιότητα των εφευρέσεων που τώρα είναι κοινές αλλά κάποτε επαναστατικές, για παράδειγμα, το αεροναυτικό αλεξίπτωτο, το κατοπτρικό τηλεσκόπιο, ο σπειροειδής εκπωματιστήρας, η παραμάνα, το σιφώνιο μεταλλικού νερού, η δεξαμενή ρύθμισης στάθμης με βαρούλκο και υδατοφράκτη, η αντλία αναρροφήσεως.
 
Μόλις φεύγει ο Στέφανος και ο Μπλουμ μένει μόνος του στο σπίτι, αρχίζει μία περιγραφή και καταγραφή (με επιστημονική ακρίβεια, πάντα) διαφόρων αντικεμένων, των επίπλων, των συρταριών μετά των περιεχομένων τους, των βιβλίων της βιβλιοθήκης, και πολλών άλλων. Όποιος έχει διαβάσει το αριστούργημα του Ζορζ Περέκ «Ζωή, οδηγίες χρήσεως» μοιραία θα αναγνωρίσει στην Ιθάκη τον πλέον χαρακτηριστικό πρόγονό του! Ο Περέκ βέβαια πήγε αυτήν την «τέχνη των πραγμάτων» πολύ μακρύτερα, αλλά δεν μπορείς να μην εντυπωσιαστείς στιγμιαία από την βαθιά επίδραση που είχε το έργο του Τζόυς στους επιγόνους του. Λιγότερο εμφανή επιρροή έχει ασκηθεί και σε τόσους άλλους συγγραφείς. Για να την ανακαλύψετε όμως απαιτείται και μια χρονική συγκυρία που θα την αναδείξει. Είχα διαβάσει πριν χρόνια τους «Παλιούς Δασκάλους» του Τόμας Μπέρνχαρντ. Κάποια τυχαία στιγμή, μια συναναγνώστρια του Οδυσσέα που τότε διάβαζε την Ιθάκη, μου υπέδειξε να διαβάσω ένα υπέροχο απόσπασμα του μεγάλου Αυστριακού που είχε ποστάρει στο προφίλ του ένας διαδικτυακός μας φίλος. Πιστεύουμε ότι μπορούμε μετά να προσκολληθούμε στον Σαίξπηρ ή στον Καντ, μα αυτό είναι πλάνη, ο Σαίξπηρ και ο Καντ και όλοι οι άλλοι, που τους έχουμε αναγορεύσει στο διάβα της ζωής μας σε κατά τη γνώμη μας μεγάλους, μας αφήνουν σύξυλους ακριβώς τη στιγμή που τους έχουμε μεγάλη ανάγκη, είπε ο Ρέγκερ, δεν είναι για μας λύση και δεν είναι για μας παρηγοριά, ξαφνικά είναι για μας μόνο σιχαμεροί και ξένοι, όλα όσα σκέφτηκαν και έπειτα έγραψαν κιόλας αυτοί οι λεγόμενοι μεγάλοι και σπουδαίοι μας αφήνουν ανέγγιχτους, είπε ο Ρέγκερ. Πιστεύουμε πάντοτε ότι μπορούμε να στηριχτούμε την αποφασιστική στιγμή, συνεπώς την στιγμή την αποφασιστική για τη ζωή, σ'αυτούς τους λεγόμενους μεγάλους και σπουδαίους, όπως πάντοτε, μα αυτό είναι σφάλμα, ακριβώς την στιγμή την αποφασιστική για τη ζωή μάς παρατούν μονάχους όλοι αυτοί οι σπουδαίοι και μεγάλοι και αθάνατοι, όπως θα λέγαμε, δεν μας δίνουν τίποτα περισσότερο σε μια τέτοια στιγμή αποφασιστική για τη ζωή, μας δίνουν μόνο να καταλάβουμε ότι και ανάμεσά τους είμαστε μονάχοι, είμαστε παρατημένοι μονάχοι μας με μια πέρα για πέρα φοβερή έννοια, είπε ο Ρέγκερ. Κατόπιν με προέτρεψε να διαβάσω ένα απόσπασμα της Ιθάκης σε συνάρτηση με εκείνο του Μπέρνχαρντ. Και εγώ τα διάβασα μαζί, τα συνδύασα και θάυμασα πόσο σπουδαία μπορεί να γίνει ώρες ώρες η λογοτεχνία, ακόμα και αν δεν μας δίνει (η ρουφιάνα) όλες τις απαντήσεις!
 
Ποια εγκεφαλική δραστηριότητα συνόδευε αυτή τη συχνά επαναλαμβανόμενη ενέργεια;

Συμπεραίνοντας δι' επισκοπήσεως αλλά εσφαλμένα ότι αυτός ο σιωπηλός του σύντροφος είχε εμπλακεί σε διανοητική σύνθεση συλλογίστηκε τις χαρές που αποκομίζει κανείς από την διδακτική λογοτεχνία παρά από την ψυχαγωγική καθώς ο ίδιος είχε προσφύγει στα έργα του Γουίλλιαμ Σαίξπηρ περισσότερες από μια φορές για την επίλυση δύσκολων προβλημάτων της φανταστικής ή της πραγματικής ζωής.
 
Είχε βρει τις λύσεις τους; 
 
Παρά το προσεκτικό και επανειλημμένο διάβασμα ορισμένων κλασικών αποσπασμάτων, βοηθούμενος από λεξιλόγιο, είχε αποκομίσει ατελή πεποίθηση από το κείμενο, με τις απαντήσεις να μην αποφέρουν σε όλα τα σημεία.
 

 
Αποκαμωμένος από την κουραστική πολυσέλιδη μέρα του, ο Λεοπόλδος Μπλουμ ξαπλώνει στο κρεβάτι του, σε ανεστραμμένη κατεύθυνση σε σχέση με το σώμα της Μόλλυ. Λίγο πριν κοιμηθεί, αντί προβάτων, θα μετρήσει έναν έναν τους 25 εραστές της Μόλλυ (και 26ο τον Μπόυλαν) και θα κλείσει τα μάτια του, για να δώσει την σκυτάλη στην χειμαρρώδη φωνή της Μόλλυ που εντός ολίγου πρόκειται να ξυπνήσει. Καθένας ή Κανένας, έχει πια κοιμηθεί.
 
Ποιες γενικές διωνυμικές ονομασίες θα του ανήκαν ως οντότητα και μη οντότητα;
 
Εικαζόμενος από όλους ή γνωστός σε κανέναν. Καθένας ή Κανένας.

Σχόλια

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!