Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ανάγνωση είναι χάσιμο χρόνου (Ε)



Όταν με ρωτούν πώς μου αρέσει να περνώ τις ελεύθερες ώρες μου, πάντοτε διακρίνω μια ανεπαίσθητη αλλά παρούσα επιτίμηση για τις επιλογές μου στα λόγια και τις εκφράσεις των συνομιλητών μου. Οι ελεύθερες ώρες είναι ένας ευφημισμός αφού συνεχώς είναι φυλακισμένες από την σφαιρική μεταλλική μπάλα μιας διόλου σφαιρικής κριτικής. Είτε μου αρέσει να διαβάζω είτε να μετρώ τους σκουρόχρωμους ρόζους του ξύλινου ταβανιού μου, αυτό είναι λίγο πολύ κατακριτέο. Ακόμα όμως και όταν βρω έναν που του αρέσει να περνά τις ελεύθερες ώρες του όπως εγώ, οι λεπτές αποχρώσεις και διαφοροποιήσεις των δραστηριοτήτων μας, μπορούν να προκαλέσουν μια κανιβαλική κριτική άνευ προηγουμένου, με δυο λόγια, να φάμε τις σάρκες μας.
 
 
Μου αρέσει να διαβάζω˙ αλλά όχι αστυνομικά. Όταν κάποιος μου λέει ότι λατρεύει να περνάει την ώρα του διαβάζοντας αστυνομικά, εγώ σουφρώνω τα χείλη και σκέφτομαι (ίσως και να το λέω δυνατά), τι χάσιμο χρόνου! Τις λίγες φορές που επέλεξα να διαβάσω ένα αστυνομικό, πρόλαβα και βαρέθηκα μέχρι θανάτου, στο ελάχιστο χρονικό διάστημα που διήρκεσε η πυρετώδης ανάγνωσή του. Έμοιαζε σαν να βρισκόμουν σ' ένα αυτοκίνητο που έτρεχε ιλιγγιωδώς σε μια λεωφόρο, χωρίς να προλαβαίνω να απολαύσω την διαδρομή, βλέποντας μόνο μια ομοιόμορφη και θολή αλληλουχία δέντρων και κτιρίων. Ώσπου, φτάναμε σε μια ανοιχτωσιά και μου ανακοίνωναν ψυχρά, εδώ κατεβαίνεις φίλε! 
 
Επίσης, με ενοχλεί η τελειότητά τους. Όλα μέσα τους μου φαντάζουν τέλεια, αψεγάδιαστα. Αν δεν περιέχουν ένα κραυγαλέο λογικό κενό στην ιστορία τους, τότε έχουν κερδίσει το στοίχημα. Η πλαστική επέμβαση πέτυχε, μοιάζουν ολότελα φυσικά! Αντιλαμβάνομαι, εντούτοις, ότι υπάρχουν διαβαθμίσεις σ' αυτήν την τελειότητα που ένα έμπειρο μάτι μπορεί να διακρίνει με ευκολία. Για όσο όμως θα επιμένω να μην προτιμώ την ανάγνωσή τους, όλα θα συνεχίσουν να μου μοιάζουν τέλεια. Η ανέφικτη οικειότητα δεν πρόκειται να διαταράξει αυτήν την συμφέρουσα συνθήκη. Όλα αυτά γράφονται εν είδει επιμυθίου, μετά την προ ημερών ανάγνωση του βιβλίου του Τζορτζ Πελεκάνου "Αδιέξοδο". Όσοι διακινδυνεύσετε να εμπιστευτείτε την κρίση μου, στο τέλος ευελπιστώ να συμφωνήσετε μαζί μου όταν σας λέω ότι, το συγκεκριμένο βιβλίο ...ήταν τέλειο!


Νομίζω ότι χάνω τον ελεύθερο χρόνο μου πιο συνετά και ευθύς αμέσως θα σας περιγράψω την πρόσφατη χασούρα μου για να κρίνετε και μόνοι σας! Οι συγγραφείς γιγαντώνονται ή συρρικνώνονται βιβλίο με το βιβλίο είτε με την σειρά που τα γράφουν είτε μ' εκείνη που τα διαβάζεις. Πάντοτε μου ήταν δύσκολο να ξεχωρίσω τον συγγραφέα από το βιβλίο του. Η παρουσία του ήταν συνεχής, αν όχι στην ιστορία που κάθε φορά μου αφηγούνταν (ενίοτε αυτό λειτουργεί ανασταλτικά για την ίδια την ιστορία και κατ' επέκταση για την διαχρονική σπουδαιότητα του βιβλίου), τουλάχιστον ήταν παρών στην φαντασία μου που τον έπλαθε (με την βοήθεια και κάποιων εξωτερικών ερεθισμάτων) κατά το δοκούν και αδιαλείπτως. Αυτά τα εξωτερικά ερεθίσματα ήταν συνήθως κάποιες φωτογραφίες των συγγραφέων, βιογραφικά στοιχεία, μερικά ανέκδοτα από την πολυτάραχη ή βαρετή ή τραγική ή ό,τι άλλο ζωή τους, κάποιες εμμονικές παραξενιές τους, πολύ συχνά δε, και μερικά αυτοβιογραφικά κείμενα ή δοκίμια θεωρητικού περιεχομένου που ανέπλαθαν με μια “δεύτερη” γραφή τα σπουδαιότερα επιτεύγματα της πρώτης. Τα ανέκδοτα για να μην περιπέσουν στην φθηνή ρητορική των κουτσομπολιών πρέπει να τα χειριστεί ένα χέρι έμπειρο, που ναι μεν δε θα τους χαριστεί, αλλά τουλάχιστον θα τους “ντύσει” με την ομορφιά του γραπτού λόγου, τον οποίο και εκείνοι πιστά και επίμονα υπηρέτησαν, θα τους κάνει για λίγο χάρτινους ήρωες, εξάλλου τείνω να πιστεύω ότι οι σπουδαίοι συγγραφείς, που ξεχνάει να τους περιμαζέψει η λήθη, είναι επινοημένοι, ζουν μόνο στην φαντασία μας, σχεδόν λησμονούμε ότι κάποτε κατάφεραν και έζησαν και έξω απ' αυτήν.

 Αυτήν τη δουλειά ανέλαβε να την περατώσει, υποψιάζομαι με περισσή ευχαρίστηση, ο Χαβιέρ Μαρίας στο βιβλίο του “Γράφοντας τις ζωές των άλλων” που εκδόθηκε πρόσφατα στην Ελλάδα. Πρόκειται για είκοσι έξι αποκαλυπτικά πορτρέτα συγγραφέων-μύθων που στην πλειονότητά τους διατηρούν ακέραιο τον συγγραφικό μύθο τους, με δυο-τρεις εξαιρέσεις στις οποίες η ζωή τους υπονομεύει (όχι όμως μέχρι τέλους) την φαντασία τους. Ο Χαβιέρ Μαρίας δηλώνει εξαρχής ότι βρίσκει απωθητικούς τρεις ανθρώπους, τον Τζέημς Τζόυς, τον Τόμας Μαν και τον Γιούκο Μίσιμα. Διαβάζοντας τα πορτρέτα και αφού αφαιρέσω τον Τζόυς για προσωπικούς λόγους καίτοι ομολογουμένως ήταν μεγάλο καθίκι, έρχομαι να συμφωνήσω με τον Μαρίας.
Ο Μαν με έκανε να γελάσω από αγανάκτηση και λύπηση. Είχε τόση έπαρση ώστε άφησε τα ημερολόγιά του σε σφραγισμένους φακέλους με την εντολή να ανοιχτούν μετά από 25 χρόνια, όταν δε ανοίχτηκαν, η απογοήτευση υπήρξε μεγάλη καθώς σπάνια περιείχαν κάποιο οξυδερκές σχόλιο αντάξιο ενός συγγραφέα, απλώς έβριθαν από καθημερινές ανούσιες καταγραφές που θα άφηναν αδιάφορο και τον πιο κουτσομπόλη. «Κατάφερα να ενεργηθώ μετά το πρωινό», «Πέρασα ένα μεγάλο μέρος χωρίς την τεχνητή οδοντοστοιχία μου. Βάσανα», «Δυσκολευόμουν να καταπιώ το φαγητό οπότε χρειάστηκε να μου το αλέσουν στο μύλο». Απομυθοποίηση τώρα! Είχα σκοπό να καταπιαστώ εντατικότερα με το έργο του Μαν, από το οποίο έχω διαβάσει ελάχιστα, όμως αυτό το πορτρέτο του λειτούργησε ανασταλτικά και θα περάσει καιρός πριν το ξανασκεφτώ. 
 
Ο Μίσιμα από την άλλη, ήταν και αυτός κάργα επηρμένος και εκτός όλων των άλλων που έκανε, με αποκορύφωμα τον τελετουργικό αλλά ανόητο θάνατό του, την χρονιά που έκανε παγκόσμια περιοδεία για να προωθήσει το έργο του, συζητιόταν έντονα ότι το Νόμπελ λογοτεχνίας θα πάει πρώτη φορά σε Ιάπωνα, έτσι ο Μίσιμα φρόντισε να προσγειωθεί στο αεροδρόμιο την ώρα της ανακοίνωσης ώστε το κοινό να τον θαυμάσει με κάθε μεγαλοπρέπεια. 
 

[...] Όταν το αεροπλάνο όμως προσγειώθηκε και βγήκε πρώτος πρώτος μ' ένα πελώριο χαμόγελο στα χείλη, βρήκε το αεροδρόμιο βυθισμένο στην θλίψη, μια και ο βραβευθείς ήταν ένας ενοχλητικός συγγραφέας από τη Γουατεμάλα. Έναν χρόνο αργότερα η απογοήτευσή του έγινε ακόμα βαθύτερη: Το Νόμπελ είχε δοθεί επιτέλους στην Ιαπωνία, αλλά στον φίλο και δάσκαλό του Γιασουνάρι Καβαμπάτα. Η αντίδραση του Μίσιμα ήταν άμεση: Πήγε τρέχοντας στο σπίτι του Καβαμπάτα, για να είναι ο πρώτος που θα τον συγχαρεί και να βγει και εκείνος τουλάχιστον στις φωτογραφίες. Δε χρειάζεται να πούμε πως ο Μίσιμα θεωρούσε πως όχι μόνο του άξιζε το Νόμπελ, αλλά και πως ήταν – το δίχως άλλο – ιδιοφυΐα. «Θέλω να ταυτίσω το λογοτεχνικό έργο μου με τον Θεό» είπε κάποτε σ' έναν φανατικό ακροδεξιό, που πιθανότατα να ήταν συνηθισμένος σε παρόμοια παραληρήματα μεγαλείου.

Σχεδόν όλες οι ζωές των συγγραφέων που παρουσιάζονται στο βιβλίο ήταν τραγικές και αυτοκαταστροφικές, μοναδική φωτεινή αχτίδα ήταν ο Λώρενς Στερν (παρά τα βάσανά του), του οποίου τον Τρίστραμ Σάντι όποιος έχει διαβάσει καταλαβαίνει αμέσως την πηγαία αισιοδοξία του δημιουργού του. Στο τελευταίο κεφάλαιο που τιτλοφορείται “Τέλειοι καλλιτέχνες”, ο Μαρίας έχει συγκεντρώσει μερικές κάρτ-ποστάλ αγαπημένων του συγγραφέων και προσπαθεί μέσα από την εικόνα που έχει μπροστά του να μαντέψει συμπεριφορές και κρυφά αισθήματα των εικονιζομένων. Βέβαια, στην εποχή των εικόνων (κινούμενων και μη) και της υπερπληροφόρησης πλέον, ποιος θα χάσει τον χρόνο του σε τέτοιες παλιομοδίτικες διαδικασίες και επισφαλείς εικασίες; Αλλά είπαμε, εδώ μιλάμε για τον χαμένο χρόνο και έχουμε κάθε δικαίωμα να αναφέρουμε και αυτό! 



Το βιβλίο του Μαρίας διαβάζεται εξίσου ιλιγγιωδώς όπως και ένα αστυνομικό, όμως μού δίνει τον χρόνο να δω κρυφές θεάσεις των κτιρίων, που έχω παρατηρήσει με την ησυχία μου εκατοντάδες άλλες φορές. Γι' αυτό και μένει περισσότερο στην μνήμη μου. Επίσης, δεν μου φαντάζει τέλειο. Κάθε άλλο. Φθάνει ως εδώ! Μην χάνετε τον χρόνο σας με ανόητες αερολογίες. Χάστε τον χρόνο σας υπεύθυνα. Διαβάζοντας.

Υ.Γ. 2666 Πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ Διαβάζοντας και σύντομα έπεσε θύμα επίθεσης της σαπρώδους εγχώριας κριτικής. Και όπως συμβαίνει με την καλή κοπριά, άνθισε πολύ γρήγορα! Ετοιμάζεται να περιοδεύσει ανά την Ελλάδα το φετινό καλοκαίρι και έχει κλείσει ήδη εμφανίσεις (views) για τον προσεχή χειμώνα. Προγραμματίστηκε να μεταφραστεί σε πέντε νεκρές γλώσσες. Το ίδιο το άρθρο ωστόσο, στην τωρινή του μορφή, είναι και αυτό αποτέλεσμα μετάφρασης από τον ίδιο τον συντάκτη του. Πρέπει όμως να διευκρινιστεί κάτι, η μετάφραση δεν έγινε από τα γλιγλικά όπως αδίκως τον κατηγορούν οι επικριτές του, αλλά από τα αυθεντικά wakish, τα οποία ο υποφαινόμενος κατέχει άριστα και τα εξασκεί λίγο πριν κοιμηθεί, τότε δηλαδή που παράγει και τις πιο λαμπρές του ιδέες.

Σχόλια

  1. Καλή κίνηση να συμμαζέψετε τα ατάκτως ερριμένα σας στον φυσικό τους χώρο με τίτλους ιδιοκτησίας.
    Εγκρίνεται από την ομήγυρη, εξ ονόματος της οποίας αυτοκλήτως ομιλώ, παίρνοντας άδεια από τη σημαία.
    Έχω εμπιστοσύνη στην ομήγυρη. Είναι άνθρωποι που πατάνε γερά στον αέρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Έτσι σκέφτηκα και εγώ. Εξάλλου το είχα δηλώσει στην προηγούμενη ανάρτηση ότι θα έρχονται κατά καιρούς κείμενα που πλέον βαρέθηκαν το σεργιάνι. Και για να μην είναι σκέτη κονσέρβα το όλο πράμα, θα γράφω και δυο λόγια για την επιτυχή πορεία των κειμένων, γιατί μην θαρρείτε ότι τα κείμενά μου είναι παρακατιανά και αρνούνται τις διεθνείς βραβεύσεις. Κάθε άλλο!

    Αφήστε που δεν θέλω να τα εκθέτω για πολύ καιρό σε ξένους χώρους. Σ' αυτή τη χώρα έχει γίνει πολύ επικίνδυνο να είσαι με τους άλλους... όποιοι κι αν είναι αυτοί.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Νομίζω ότι πρέπει να αναθεωρήσεις τη στάση-σου
    απέναντι στη "σοβαρή" μερίδα των αστυνομικών μυθιστορημάτων,
    γιατί στην ουσία είναι κοινωνικά
    και ως τέτοια έχουν τις χάρες κάθε άλλου μυθιστορήματος.

    Συνυπογράφω το σχόλιο της Rosa Mund,
    καθώς είσαι πλέον νοικοκύρης και δεν χρειάζεται να πηγαίνεις να τρως αλλού.
    Π.Φ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Πατριάρχη Φώτιε, έχεις δίκιο. Είναι παράδοξο αυτό που συμβαίνει, αλλά στην ουσία, δεν σνομπάρω την αστυνομική λογοτεχνία σαν δευτέρας διαλογής λογοτεχνία αλλά την σνομπάρω στο πλάσιο της αναγνωστικής απόλαυσης που μου προσφέρει. Συνήθως βαριέμαι να την διαβάζω και αν κρίνω από τα σπουδαία κοινωνικά θέματα που θίγει, απορώ πραγματικά με τον εαυτό μου!! Θυμάμαι πάντα την ρήση του Πεσσόα που έλεγε (μέσες άκρες), "Το μόνο που θέλω είναι ένα πακέτο τσιγάρα και ένα καλό αστυνομικό βιβλίο" και λέω ότι θα άξιζε να γίνω λίγοτερο αδιάλλατκος απέναντί της. Θα το προσπαθήσω στο μέλλον. Είναι έγκλημα να την αγνοώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Κουβεντολόι με μια μούμια!

Σημ: Εδώ λέγονται ιστορίες μόνο για αραχνιασμένα κρανία, οι "ψεκασμένοι" θα απομακρύνονται διακριτικά.

«A good reader, a major reader, an active and creative reader is a rereader»

En passant

  Το «Αν πασάν» είναι ένας σκακιστικός κανόνας, περιθωριακός και άγνωστος αλλά ιδιαιτέρως αποτελεσματικός και σημαντικός. Στις αρχικές τους κινήσεις, τα πιόνια έχουν το δικαίωμα να κινηθούν ένα ή δύο τετράγωνα μπροστά. Αν επιλέξουν να κινηθούν δύο τετράγωνα μπροστά και ένα αντίπαλο πιόνι βρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούσε να το αιχμαλωτίσει αν το πιόνι που κινήθηκε δυο τετράγωνα αποφάσιζε να κινηθεί μόνο ένα, τότε, έχει το δικαίωμα να το αιχμαλωτίσει και σε αυτή την περίπτωση που κάνει δύο βήματα. Έχουμε δηλαδή, αν πασάν... αιχμαλωσία εν τη διελεύσει. Είναι δυσνόητο στην περιγραφή αλλά αρκετά ξεκάθαρο στην πράξη. Βέβαια, όταν είσαι αρχάριος σκακιστής και το συναντήσεις πρώτη φορά σε ηλεκτρονική παρτίδα, τότε πείθεσαι ότι κάποιο «bug» έχει η ιστοσελίδα, ότι σε χακάρανε ή ότι άρπαξες όλες τις ιώσεις του κυβερνοχώρου. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ, μου προσφέρουν την ισχυρή εντύπωση ότι αποτελούν ένα συνεχές λογοτεχνικό en passant, σε αιχμαλωτίζουν εν τη διελεύσει.

Με ανώμαλους δεν μιλάω

  Ανωμαλία είναι να μην μπορεί μια γυναίκα να κυκλοφορεί άφοβα στους δρόμους, ανωμαλία είναι να πιστεύεις ότι τα εμβόλια σκοπό έχουν να προκαλέσουν περισσότερο κακό από ό,τι καλό, ανωμαλία είναι να νομίζεις ότι η λογοτεχνία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ανωμαλία είναι ακόμα το προφιτερόλ να έχει μόνο ένα σουδάκι μέσα, ανωμαλία είναι και ότι ο «Πατάκης» εξακολουθεί να μην εκδίδει Χέρμαν Μέλβιλ. Και πόσες ακόμα ανωμαλίες! Με τελευταία εκείνη του Ερβέ Λε Τελιέ, ενός συγγραφέα που αγάπησα οριστικά από ένα και μόνο βιβλίο του που είχα διαβάσει κάποτε, το «Όλα τα μανιτάρια τρώγονται», η ουλιπιανή έμπνευση που είχε οραματιστεί το facebook χρόνια πριν από τον δημιουργό του. Κάθε φορά που μπαίνετε στο facebook και αντικρίζετε την ερώτηση «Τι σκέφτεσαι;», ικανή να σας παρασύρει ασυγκράτητα να μας εμπιστευτείτε τις επικές σας μπούρδες, σχεδόν πάντα χωρίς καθόλου φιλτράρισμα και ουσία, να θυμάστε ότι ο Τελιέ κάποτε το έκανε… χίλιες φορές καλύτερα από εσάς, πιο δημιουργικά και κυρίως με περισσότερο χι

Στα χαμένα

Ρε μπελά που βρήκα! Να είναι ένα βιβλίο σχετικά ευχάριστο, να έχει πράγματα που γενικά ταιριάζουν με το γενικότερο γούστο μου και εγώ να το αντιμετωπίζω σαν ταινία του Μπέλα Ταρ – τον ατελείωτο ένα πράμα. Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι ανάλογο, σηκώνει και η επιστήμη τα χέρια της ψηλά! Έβαλα σφήνα την ανάγνωση για να προλάβω την ταινία του Λάνθιμου – την οποία κατάφερα να δω χθες, 17 Δεκεμβρίου, στην επίσημη πρεμιέρα της – και ακόμα να το τελειώσω. Λίγες σελίδες ακόμα που διαβάζονται παράλληλα με αυτές τις γραμμές που γράφονται. Τουλάχιστον η ταινία ήταν πολύ καλή και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιβλίου ήταν ακριβώς αυτό∙ ήξερες από την αρχή ότι θα γίνει μια καλή ταινία. Το βιβλίο πάλι, δεν ήξερε τι ήθελε να είναι, και μέσω ανομοιόμορφων αφηγήσεων, για μένα τουλάχιστον κατέληξε να είναι χάσιμο χρόνου. «Η πιο προφανής ανωμαλία της (…) είναι η απόλυτη έλλειψη οποιασδήποτε ανωμαλίας».

Οδηγίες προς ναυτιλλομένους

Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει και πλέον δεν μπορείς να αφήσεις αυτό το καταπληκτικό βιβλίο από τα ηλιοψημένα χέρια σου∙ εγκαταλείψτε αυτό το κλισέ να βουλιάξει και να πνιγεί όπως του αξίζει. Νόμιζα ότι είχα αφήσει το «ναυτικό» μου παρελθόν ( Καββαδίας , Μέλβιλ , κλπ) σχεδόν οριστικά πίσω – χωρίς να σημαίνει ότι δε θα τους ξαναδιάβαζα για το μεγάλο λογοτεχνικό τους εκτόπισμα – και σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να αγοράσω το συγκεκριμένο βιβλίο, ειδικά όταν έχω τόσα άλλα αδιάβαστα στο αμπάρι. Όμως μου το έκαναν δώρο, το ξεκίνησα για κλείσιμο μιας κατά τ’ άλλα απάνεμης αναγνωστικής χρονιάς και ένα πελώριο κύμα μέσα στο μυαλό με ξαναχτύπησε με δριμύτητα. Στο μικρό εκδοτικό καράβι που είναι η χώρα μας και όλοι κοιτάνε ποιος θα φαγωθεί στην πορεία ( «Άκουσε κάποιους ναυαγούς να λένε ψιθυριστά πως έπρεπε να τραβήξουν κλήρο και “να θανατώσουν έναν άντρα για να σωθούν οι υπόλοιποι”» ) και εν μέσω μιας αποικιοκρατικής καταγραφής αναγνωστικών λιστών με αρκετή δόση μυθομανίας και εν είδει πρωτοχρονιάτ

D’ ye see him?

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Ο Σύριζα πιο οπισθοδρομικός από ποτέ ετοιμάζεται για την νέα εποχή του, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι κάνουν jump scares από κάθε γωνιά με το πιο creepy χαμόγελό τους και εσύ νιώθεις ότι θες να πας ξαφνικά και διακαώς για καφέ με έναν random συμμαθητή της Α' λυκείου παρά να ακούσεις το πρόγραμμά τους και οι καιροί νερό θα φέρουν πάλι στην βασανισμένη Θεσσαλία, έτσι λένε αυτοί που ξέρουν. Μόνο το «Βιβλιοκαφέ» του Πατριάρχη Φώτιου έκλεισε λόγω ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – 4,20 ο διπλός εσπρέσο, πού πάμε ωρέ; Παρ’ όλα αυτά οι αναρτήσεις του παρέμειναν να θαλασσοδέρνονται στο ίντερνετ και μια δική μου έτυχε και ξεβράστηκε μπροστά μου . Πω πω μπόχα!! Δεν θέλω να την ακουμπήσω καν! Τέλος πάντων, εσείς μπορεί να βρείτε ότι διαθέτει ακόμα κάποιο ψαχνό. Αν όμως πιστεύετε ότι αλλάξατε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έστω και λίγο, δε θα έπρεπε να της ρίξετε ούτε ματιά!

Η φάση είναι κρίντζι

  Όπως θα σας έλεγε και ο θείος που κάθεται με την νεολαία κάθε Τσικνοπέμπτη, «Η φάση είναι κρίντζι», δηλώνει μία κατάσταση εξαιρετικά αναληθοφανή που σε παγώνει και σε κάνει να ανατριχιάζεις από την αμηχανία λες και κάποιος όλη την ώρα λέει κρύα αποτυχημένα αστεία χωρίς σταματημό και έλεος. Ο Λέων Τολστόι – back to back ανάρτηση με Τολτσόι, δε σας χάλασε! – επιφυλάσσει αυτή την τιμητική θέση του θείου για τον Σαίξπηρ και τα έργα του, με κύριο στόχο τον «Βασιλιά Ληρ». «Αυτό είναι το τόσο γνωστό έργο. Όσο κακό και να παρουσιάζεται στην αφήγησή μου, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο τον δυνατόν πιο ουδέτερη, θα πω χωρίς δισταγμό πως στο πρωτότυπο το έργο είναι ακόμα χειρότερο» . Εν συντομία, δεν κάνει για δραματουργός το παιδί ! Θα σφαχτούμε και σε αυτό το γιορτινό τραπέζι, πάνω απ’ όλα η παράδοση!

DiFullness

Δε διαβάζω κόμιξ – η δήλωση αυτή είναι παρόμοια με το «Δεν έχω δει ποτέ Φιλαράκια » το 2023. Έχω διαβάσει μέσα στα χρόνια κάποια επιλεκτικά αλλά δεν μπορώ να πω ότι τα προτιμώ. Είναι ακριβό χόμπι, αρκετές φορές η ιστορία μου φαίνεται αδιάφορη και η εικονογράφηση φτωχή και γενικά θα έλεγα ότι δεν είναι το φλιτζάνι του τσαγιού μου. Όμως εδώ είπα να κάνω μια εξαίρεση γιατί πίνω νερό στο όνομα του Χοντορόφσκι . Δεν ειν’ καλ’ αυτός ο άνθρωπος, πάει και τελείωσε. Αυτή η κριτική έχει σκοπό να θυμίζει κάπως δελτίο τύπου – τι παράξενο, αλήθεια, συνήθως στην Ελλάδα μας έμαθαν τα δελτία τύπου να θυμίζουν κάπως κριτικές! – τίποτα βαθύ και ευφάνταστο εδώ, εξάλλου η συνηθισμένη φαντασία χάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλοφυΐες σαν εκείνες του Χοντορόφσκι και του Moebius. Όλοι οι πολιτισμένοι γαλαξίες γύρω μας έχουν φευγάτα κόμιξ σαν το Ινκάλ, εμείς σε καμιά βδομάδα θα έχουμε το κόμικ για τον Ζορμπά – και μετά απορούμε γιατί δεν κάνουμε εξωγαλαξιακή καριέρα.

Round About Midnight

  Μεγάλο Σάββατο απόψε και λίγο μετά τις μονότονες κροτίδες και αφού σταματήσουν και οι πρόβες με τις εφτά σάλπιγγες της Αποκάλυψης, όλοι μας θα ετοιμαστούμε ψυχολογικά για την μουσική που αγαπάμε να μισούμε: τα κλαρίνα. Εναλλακτική δεν έχει δυστυχώς και οι πιθανοί αυτοσχεδιασμοί εξαντλούνται στο πασχαλινό τραπέζι, τίποτα περισσότερο. Τα μαύρα πρόβατα της κάθε οικογένειας, πάντα υπάρχουν τέτοια, καμμένα από χέρι όπως και τα άλλα τα κανονικά, θα δείχνουν λίγο τζαζ μέσα σε όλο αυτό το ομοιόμορφο μπουλούκι αλλά δεν μπορείς να κάνεις και πολλά για να βοηθήσεις. Θα φαλτσάρουν κοινότοπες ευχές όπως όλοι και θα ελπίζουν να δείχνουν κάπως φυσιολογικοί – αλλά μέσα τους θα είναι χαρούμενοι και θα νιώθουν αγαλλίαση καθώς θα θυμούνται τον Ted Joans που έλεγε χαρακτηριστικά και το υποστήριζε εμπράκτως, ότι «Jazz is my religion and Surrealism is my point of view».  

Αλλόκοτα πράγματα

Το Πάσχα είναι ένας γρήγορος ορισμός του απόκοσμου – υπάρχει εκεί που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ευτυχώς τελείωσε όμως και ο καθένας γύρισε ευτυχής στην αλλόκοτη ρουτίνα του∙ καπιταλιστικός ρεαλισμός και εκλογές. Ω γες! Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ «Το αλλόκοτο και το απόκοσμο» κυκλοφόρησε πρόσφατα και φαίνεται ότι αγοράστηκε αμέσως από πολλούς αναγνώστες, μένει να διαβαστεί τώρα. Εμένα μου αρκούσε μόνο ο τίτλος του για να το πάρω, όλα τα άλλα τα ανακάλυψα στην πορεία και δεν απογοητεύτηκα καθόλου. Δείτε και εσείς και πείτε μου! «Η αποτυχία να δούμε, η ακούσια διαδικασία της παράβλεψης πραγμάτων που έρχονται σε αντίθεση – ή απλώς δεν ταιριάζουν – με τις βασικές ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας, είναι μέρος της συνεχούς «διαδικασίας επεξεργασίας» μέσω της οποίας παράγεται αυτό που βιώνουμε ως ταυτότητα» .

Εργοστάσιο εφιαλτών

Μπορεί τον τελευταίο μήνα όλοι να καληνυχτίζουν τον Κεμάλ αλλά ο ύπνος αποδεικνύεται ενίοτε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Μέλβιλ έλεγε ότι θα «άξιζε να έχουμε γεννηθεί μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε» (όπως μας θυμίζει ο Αλέξανδρος Ζωγραφάκης σε ένα ποστ στο προφίλ του στο facebook , ο οποίος όμως οδηγεί τον συλλογισμό και σε άλλα ομιχλώδη μονοπάτια που έχουν περπατήσει και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς ) αλλά μόνο ένας ξύπνιος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει τι εφιαλτικός κόσμος δύναται να υπάρξει όταν εμείς κλείνουμε τα μάτια και το ίνσταγκραμ κάθε βράδυ. Και αυτός είναι ο νευρολόγος που γράφει ετούτο το υπνωτιστικό βιβλίο. «Βλέπεις κανονικά πράγματα να συμβαίνουν, αλλά δεν είναι πραγματικά. Είναι πλάσματα της φαντασίας σου. Είναι η φαντασία σου που σε πηγαίνει στα πιο τρελά μέρη και σου τα δείχνει μπρος στα μάτια σου. Έχω δει δαιμονικές μορφές μες στο δωμάτιό μου, κι όταν βλέπω αυτά τα πράγματα, νομίζω πώς βρίσκομαι στη Κόλαση» . Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά∙ διαβάζοντάς με!